27 Ιουν 2014

Θέλω να λάμψω...







"Ποιος μας απομάκρυνε, τον έναν από τον άλλο; Όταν κοιτάζομαι στον καθρέφτη και θέτω το ερώτημα, βλέπω απέναντι τον εαυτό μου, μια γραφή μοναχική και δεν καταλαβαίνω τίποτα για μένα. Πώς μπορεί ν' απομακρυνθήκαμε ψυχρά ο ένας από τον άλλο, μέσα σ' αυτό το δριμύ ψύχος που βασιλεύει ολόγυρα, αφού ο έρωτάς μας είναι άπληστος; Σίγουρα θα σου έχω εξακοντίσει λέξεις διάπυρες, φλεγόμενες, μες την υπερβολή, φράσεις ανησυχητικές ή εφησυχασμένες, χωρίς λάμψη. Σα να ήθελα να κάνω μεγαλύτερη τη θλίψη σου και με τη σκέψη να σε πετάξω έξω από τα χωράφια μου. Ερχόσουν σε μένα με τόση εμπιστοσύνη, με τόση αφέλεια καμιά φορά, ζητούσες μια λέξη που να ντύνει την αλήθεια με χίλια χρώματα. Ήθελες παρηγοριά κι εγώ δεν είχα παρηγοριά για σένα. Η σκέψη μου για σένα δεν με απαλλάσσει από τα καθήκοντά μου. Κι όμως ο άσβεστος έρωτας για σένα δεν μ' έχει εγκαταλείψει, και ψάχνω τώρα μες τα ερείπια, μες τους ανέμους, στον παγωμένο αέρα, κάτω από τον ήλιο, λέξεις για σένα, που θα μ' έριχναν ξανά στην αγκαλιά σου. Μαραίνομαι μακριά σου. Δεν είμαι από τη στόφα που ντύνονται οι χίμαιρες, ούτε από κείνη που θα έκρυβε τη γύμνια σου. Είμαι φτιαγμένη από τη γυαλάδα των υφασμάτων και θέλω να λάμψω μες τις αισθήσεις και μες το πνεύμα σου, όπως οι φλέβες χρυσού μέσα στη γη, και με το φως μου, με τη λάμψη μου να σε διαπεράσω, μέχρι ν' ανάψει σε σένα η σκοτεινή πυρκαγιά, το θνητό σου είναι. Δεν ξέρω τι περιμένεις από μένα. Μπροστά στους βωμούς εγώ αποσύρομαι. Δεν είμαι εδώ για να συμφιλιώνω. Οι υποθέσεις σου με αφήνουν αδιάφορη. Αλλά όχι εσύ. Εσύ όχι. Εσύ είσαι η ευτυχία μου όλη. Κι εγώ τι δε θα 'θελα να 'μαι για σένα! Να σ' ακολουθώ, όταν θα έχεις πεθάνει, να επιστρέφω σε σένα, ακόμα κι αν είναι να γίνω μια πέτρα, να αντηχεί η φωνή μου, να κλαίνε τα ζώα και ν' ανθίζουν οι πέτρες, κάθε κλαδί να αναδίδει το άρωμα".

Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν: Το Ποίημα στον αναγνώστη. Αναδημοσίευση από το άρθρο της φιλολόγου Λίλα Τρουλλινού "'Ινγκεμποργκ Μπάχμαν : Η ζωή και το έργο της"















"Ποιος μας απομάκρυνε, τον έναν από τον άλλο; Όταν κοιτάζομαι στον καθρέφτη και θέτω το ερώτημα, βλέπω απέναντι τον εαυτό μου, μια γραφή μοναχική και δεν καταλαβαίνω τίποτα για μένα. Πώς μπορεί ν' απομακρυνθήκαμε ψυχρά ο ένας από τον άλλο, μέσα σ' αυτό το δριμύ ψύχος που βασιλεύει ολόγυρα, αφού ο έρωτάς μας είναι άπληστος; Σίγουρα θα σου έχω εξακοντίσει λέξεις διάπυρες, φλεγόμενες, μες την υπερβολή, φράσεις ανησυχητικές ή εφησυχασμένες, χωρίς λάμψη. Σα να ήθελα να κάνω μεγαλύτερη τη θλίψη σου και με τη σκέψη να σε πετάξω έξω από τα χωράφια μου. Ερχόσουν σε μένα με τόση εμπιστοσύνη, με τόση αφέλεια καμιά φορά, ζητούσες μια λέξη που να ντύνει την αλήθεια με χίλια χρώματα. Ήθελες παρηγοριά κι εγώ δεν είχα παρηγοριά για σένα. Η σκέψη μου για σένα δεν με απαλλάσσει από τα καθήκοντά μου. Κι όμως ο άσβεστος έρωτας για σένα δεν μ' έχει εγκαταλείψει, και ψάχνω τώρα μες τα ερείπια, μες τους ανέμους, στον παγωμένο αέρα, κάτω από τον ήλιο, λέξεις για σένα, που θα μ' έριχναν ξανά στην αγκαλιά σου. Μαραίνομαι μακριά σου. Δεν είμαι από τη στόφα που ντύνονται οι χίμαιρες, ούτε από κείνη που θα έκρυβε τη γύμνια σου. Είμαι φτιαγμένη από τη γυαλάδα των υφασμάτων και θέλω να λάμψω μες τις αισθήσεις και μες το πνεύμα σου, όπως οι φλέβες χρυσού μέσα στη γη, και με το φως μου, με τη λάμψη μου να σε διαπεράσω, μέχρι ν' ανάψει σε σένα η σκοτεινή πυρκαγιά, το θνητό σου είναι. Δεν ξέρω τι περιμένεις από μένα. Μπροστά στους βωμούς εγώ αποσύρομαι. Δεν είμαι εδώ για να συμφιλιώνω. Οι υποθέσεις σου με αφήνουν αδιάφορη. Αλλά όχι εσύ. Εσύ όχι. Εσύ είσαι η ευτυχία μου όλη. Κι εγώ τι δε θα 'θελα να 'μαι για σένα! Να σ' ακολουθώ, όταν θα έχεις πεθάνει, να επιστρέφω σε σένα, ακόμα κι αν είναι να γίνω μια πέτρα, να αντηχεί η φωνή μου, να κλαίνε τα ζώα και ν' ανθίζουν οι πέτρες, κάθε κλαδί να αναδίδει το άρωμα." (Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν, Το Ποίημα στον αναγνώστη, Σχεδίασμα. Αναδημοσίευση από το άρθρο της φιλολόγου Λίλα Τρουλλινού, 'Ινγκεμποργκ Μπάχμαν : Η ζωή και το έργο της). Πηγή: www.lifo.gr

4 Ιουν 2014

Ο έρωτας κι ο πόλεμος...









Διάβαζα που λες αυτό εδώ το άρθρο για το σεξ και τους πρωτεργάτες του 1821 και μου 'ρθε στο μυαλό αυτό που γράφει ο Ισαάκ Μπάσεβιτς Σίνγκερ, στο βιβλίο του "Εχθροί, μια ερωτική ιστορία" (εκδ. Καστανιώτης, μτφ: Βασίλης Αμανατίδης):

Η αλήθεια είναι πως όσο κι αν υποφέραμε, χωρίς να μπορούμε να ξέρουμε αν θα 'μαστε ζωντανοί την επόμενη μέρα ή ακόμη και μετά από μία ώρα, την αγάπη την χρειαζόμασταν. Τη γυρεύαμε περισσότερο από παλιά, που όλα ήταν εντάξει. Άνθρωποι ξάπλωναν σε καταφύγια ή σε σοφίτες, πεινασμένοι και ψειριασμένοι, αλλά φιλούσε ο ένας τον άλλον, πιάνονταν από το χέρι. Ποτέ δεν φανταζόμουν πως οι άνθρωποι μπορούν να βγάλουν τέτοιο πάθος, κάτω από τέτοιες συνθήκες". 

Κι όμως...









 

Related Posts with Thumbnails